Σπονδυλική στένωση είναι η στένωση του σωλήνα στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης με αποτέλεσμα την πίεση των οσφυϊκών νεύρων (ιππουρίδας). Η σπονδυλική στένωση τις περισσότερες φορές γίνεται συμπωματική από την ηλικία των 50 και άνω. Είναι αποτέλεσμα της εκφύλισης της σπονδυλικής στήλης (με ελάχιστες εξαιρέσεις μερικούς ασθενείς που γεννιούνται με συγγενώς στενό κανάλι). Στους περισσότερους ασθενείς η έναρξη των συμπτωμάτων ξεκινά με ένα οξύ συμβάν, όπως ένα τραυματισμό στην οσφυϊκή μοίρα ή μία κήλη δίσκου.
Τα συμπτώματα της σπονδυλικής στένωσης περιλαμβάνουν:
Η διάγνωση είναι συνδυασμός του ιστορικού, το οποίο συνήθως είναι τυπικό ως προς τη δυσκολία του ασθενούς να περπατήσει αποστάσεις (βάδιση που διακόπτεται από την ανάγκη να κάτσει, δηλ. τη διαλείπουσα χωλότητα), σε συνδυασμό με τα ευρήματα από την φυσική εξέταση. Πολλοί ασθενείς κατά την φυσική εξέταση μπορεί να εμφανίζουν αδυναμία κάποιου νεύρου, άρα κάποιας ομάδας μυών από τα κάτω άκρα. Επίσης, μπορεί να εμφανίζουν περιορισμό κινήσεων ή ελάττωση της αισθητικότητας. Στην κλινική εξέταση πρέπει πάντα να συμπεριλαμβάνεται και ενδελεχής έλεγχος των ισχίων, που πολύ συχνά μιμούνται περιπτώσεις σπονδυλικής στένωσης και των αγγείων των κάτω άκρων, γιατί και οι αγγειακές στενώσεις των κάτω άκρων.
Τα διαγνωστικά test είναι απλές ακτινογραφίες σε όρθια θέση που δείχνουν την σταθερότητα της σπονδυλικής στήλης. Η αξονική τομογραφία και κυρίως η μαγνητική τομογραφία μπορούν να μας δείξουν την έκταση της στένωσης του σπονδυλικού σωλήνα, καθώς και την πίεση στις διάφορες ρίζες ενόψει ενός πιθανού χειρουργείου. Το ηλεκτρομυογράφημα, αν και ακόμα συνταγογραφείται συχνά, δεν είναι ούτε απαραίτητο για την διάγνωση, αλλά ούτε δύναται να καθοδηγήσει την θεραπεία.
Η σπονδυλική στένωση είναι εξελισσόμενη νόσος για δύο λόγους: α) η εκφυλιστική διεργασία είναι συνεχής και όπως και η μείωση της διαμέτρου του σπονδυλικού σωλήνα, ως την πλήρη απόφραξη αυτού β) η βλάβη των πιεζόμενων νεύρων συνεχής και αθροιστική, στις παραμελημένες δε περιπτώσεις ανεπίστροφη. Η απόσταση βαδίσεως ελαττώνεται συνεχώς και όσο πιο καθυστερημένα απελευθερωθούν τα νεύρα, τόσο μικρότερη είναι η ανάκτηση της ευχέρειας βάδισης. Έτσι η συντηρητική αγωγή δεν είναι θεραπευτική αλλά μόνο ανακουφιστική.
Οι περισσότερες των περιπτώσεων της σπονδυλικής στένωσης μπορούν αρχικά και προκειμένου για μέτρια στένωση να αντιμετωπισθούν με παυσίπονα και αντιφλεγμονώδη. Σε σπάνιες περιπτώσεις οξέος πόνου, μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει επισκληρίδιες ενέσεις κορτιζόνης ή κορτιζόνη από του στόματος (υπό μορφή χαπιών). Συνήθως, ο περιορισμός των δραστηριοτήτων και η χρήση μιας ζώνης βοηθάει στην ύφεση των συμπτωμάτων. Πρέπει να αποφεύγεται η παραμονή στο κρεβάτι καθότι αυτό μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα άλλες επιπλοκές από την παρατεταμένη κατάκλιση. Η φυσικοθεραπεία στην παρούσα φάση έχει νόημα ,με την βοήθεια που μπορούν να προσφέρουν τα φυσικά μέσα (ζέστη, ρεύματα, διαθερμίες, υπέρηχοι), καθώς και με ασκήσεις ενδυνάμωσης των μυών, φυσικής αντοχής, ελαστικότητας και διατάσεων της σπονδυλικής στήλης.
Ο σκοπός της χειρουργικής θεραπείας είναι η διεύρυνση του σπονδυλικού σωλήνα και η αποσυμπίεση των νεύρων. Έτσι το ΒΑΣΙΚΟ χειρουργείο είναι η πεταλεκτομή κατά την οποία το πέταλο (το οπίσθιο κομμάτι του σπονδυλικού σωλήνα) αφαιρείται. Αν δεν χρειάζεται να αφαιρεθεί όλο το πέταλο μπορεί κανείς να αφαιρέσει ένα τμήμα μόνο αυτού (πεταλοτομή/ laminectomy). Αν υπάρχουν μεγάλες κήλες, αφαιρούνται και αυτές κατά την διάρκεια του χειρουργείου για τον ίδιο ακριβώς λόγο, δηλαδή την διεύρυνση του καναλιού. Στα πλαίσια της αποσυμπίεσης του σωλήνα πρέπει να απελευθερωθούν και τα πλάγια τρήματα (τρηματεκτομή/ foraminotomy).
Η σπονδυλοδεσία έχει αυστηρές ενδείξεις στην σπονδυλική στένωση. Η απόλυτη ένδειξη είναι η ταυτόχρονη ύπαρξη σκολίωσης μεγαλύτερης από 20° ή η ολίσθηση ενός σπονδύλου σε σχέση με τον παρακείμενο (σπονδυλολίσθηση). Σχετικές ενδείξεις μπορεί να είναι η μεγάλη στένωση ή η έντονη δισκική νόσος καθώς και την ύπαρξη ή όχι σημαντικής οσφυαλγίας. Κατά την διάρκεια του χειρουργείου της σπονδυλοδεσίας, μετά την αποσυμπίεση του καναλιού, τοποθετούνται τα υλικά σπονδυλοδεσίας (βίδες και ράβδοι), οι οποίες ενώνουν τους σπονδύλους που πρόκειται να σπονδυλοδεθούν. Στην συνέχεια, χρησιμοποιείται οστικό μόσχευμα το οποίο κάνει μόνιμη την σπονδυλοδεσία.
Οι περισσότεροι ασθενείς σηκώνονται από το κρεβάτι την ίδια μέρα ή την επομένη του χειρουργείου. Ο πόνος του χειρουργικού τραύματος αντιμετωπίζεται με κοινά παυσίπονα και αντιφλεγμονώδη που είναι απαραίτητα για μία με δύο βδομάδες προκειμένου ο ασθενής να είναι άνετος και η δραστηριότητα του να αυξάνεται. Η δραστηριότητα αυξάνεται σταδιακά και την επόμενη μέρα (ή αν έχει γίνει σπονδυλοδεσία μετά από 2-3 μέρες) ο ασθενής μπορεί να επανέλθει σπίτι του. Στο σπίτι η κινητοποίηση είναι ελεύθερη αλλά είναι απαραίτητη η ανάπαυση μέχρι να παρέλθει το stress του χειρουργείου (μερικές μέρες) και να σταθεροποιηθεί το τραύμα.
Ο τρόπος με τον οποίο αυξάνεται η δραστηριότητα κατά κανόνα καθορίζεται από την έκταση του χειρουργείου, την προηγούμενη δραστηριότητα του ασθενούς και τον τύπο της χειρουργικής επέμβασης. Έτσι, η επιστροφή στην εργασία ή την οδήγηση υπολογίζεται γύρω στις 2 με 4 βδομάδες, η επιστροφή στις δραστηριότητες, στην ελαφρά γυμναστική και στο περπάτημα υπολογίζεται γύρω στον 1,5 με 3 μήνες, και όσον αφορά τα σπορ σωματικής επαφής (μπάσκετ), από 3 με 6 μήνες μετά το χειρουργείο.